Οι αγορές υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό την απόφαση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και του Δημοκρατικού Κόμματος να συγκροτήσουν κυβέρνηση συνασπισμού, που αποτρέπει την άμεση προκήρυξη εκλογών και απομακρύνει το σενάριο νέας σφοδρής σύγκρουσης με τις Βρυξέλλες μέσα στο φθινόπωρο....
Οι επενδυτές έτρεξαν στα ιταλικά ομόλογα και η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ είδε το κόστος δανεισμού, όπως αυτό αποτυπώνεται στην απόδοση του 10ετους, να υποχωρεί σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Πολίτες και επιχειρήσεις, όμως, τι πρέπει να περιμένουν. Μπορεί η νέα κυβέρνηση να δώσει νέα πνόη στην πραγματική οικονομία;
Η απάντηση για τους ειδικούς της Capital Economics είναι με μία λέξη «όχι». Η νέα κυβέρνηση συνασπισμού αποτρέπει τα χειρότερα, δηλαδή μία νέα παρατεταμένη διαμάχη για τον προϋπολογισμό του 2020, που θα μπορούσε να φέρει ακόμη πιο κοντά την απειλή της ύφεσης. Αλλά όσοι ελπίζουν σε ουσιαστική ανάκαμψη, μάλλον θα διαψευστούν.
Τα δύο κόμματα, που εξακολουθούν να διαφωνούν σε αρκετά σημεία, έχουν παρουσιάσει ένα πρόγραμμα πολιτικής 26 σημείων, που δίνει μία εικόνα των προτεραιοτήτων τους. Με βάση αυτό, η CE δεν αλλάζει την εκτίμησή της για την ιταλική οικονομία, που τη θέλει παγιδευμένη σε στασιμότητα τόσο στο υπόλοιπο του έτους όσο και το 2020.
Το πρώτο σημείο κάνει λόγο για χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής την επόμενη χρονιά. Θα ακυρωθεί η προγραμματισμένη για τον Ιανουάριο αύξηση του ΦΠΑ, ενώ θα μειωθεί σταδιακά η φορολόγηση της εργασίας, που είναι σχετικά ηψηλή σε σχέση με τα υπόλοιπα κράτη- μέλη της Ε.Ε. Η διακήρυξη των δύο κομμάτων επικρίνει επίσης την «υπερβολική ακαμψία» στους δημοσιονομικούς κανόνες της Ένωσης, αλλά αυτό δεν προβλέπεται να προκαλέσει ιδιαίτερο προβληματισμό στις Βρυξέλλες. Σύμφωνα άλλωστε με πληροφορίες οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επεξεργάζονται ήδη τη χαλάρωση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να δοθεί περισσότερος χώρος για μέτρα, που θα τονώσουν την ανάπτυξη. Σχέδιο για την τόνωση της δικής της οικονομίας εξετάζει ακόμη και η Γερμανία που επί χρόνια επέμενε στο δόγμα των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, ακόμη και όταν Κομισιόν και ΔΝΤ την καλούσαν να αυξήσει τις δαπάνες της.
Ωστόσο τα περιθώρια για τους Ιταλούς είναι πολύ συγκεκριμένα. Και από τη στιγμή που δεν θέλουν μετωπική με τις Βρυξέλλες «αμφιβάλλουμε ότι η όποια δημοσιονομική επέκταση θα είναι μεγάλη» σχολιάζει η CE, ενώ σπεύδει να προσθέσει πως το οικονομικό πρόγραμμα δεν είναι κοστολογημένο.
Σε κάθε περίπτωση ο νέος υπουργός Οικονομικών, Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι, θεωρείται πιο μετριοπαθής και αυτός είναι ένας παράγοντας, που καθησυχάζει τους επενδυτές. Οι αγορές, σε αντίθεση με την αντίληψη που επικρατεί συχνά, δεν υπαγορεύουν σκληρή λιτότητα. Τους επενδυτές τους ενδιαφέρει να παίρνουν τα χρήματά τους. Και επομένως αυτό που θέλουν να βλέπουν είναι μία ισορροπία. Οικονομίες που αναπτύσσονται, χωρίς να εκτροχιάζονται δημοσιονομικά. Η προηγούμενη κυβέρνηση δεν βρήκε τη χρυσή τομή. Δεν έπεισε ούτε για τη δημοσιονομική πειθαρχία ούτε για την ικανότητα των πολιτικών της να παράξουν ανάπτυξη.
Η νέα έχει τώρα μία ευκαιρία. Αλλά οι ειδικοί κρατούν μικρό καλάθι.